Enjoyed the read? Don't miss our next article!

* indicates required
14 January 2023

Γιατί λέμε ΝΑΙ στις ελληνικές ποικιλίες;

Mία εκδοχή αυτού του άρθρου δημοσιεύθηκε στον Οινοχόο Δεκεμβρίου 2022 όμως το παρόν είναι εκτενέστερο

Tου Γιάννη Καρακάση MW

Από τις σκιές των γραφικών κουτουκιών στα σαλόνια των αστεράτων εστιατορίων και από τη rocket fuel ρετσίνα του παρελθόντος στις μεγάλες Σαντορίνες του σήμερα το ελληνικό κρασί έχει πραγματοποιήσει την τελευταία εικοσαετία τέτοια άλματα που μπορούν να συγκριθούν μόνο με αυτά του Μιλτιάδη Τεντόγλου. Θα ήταν ψευδαίσθηση αν κάποιος νόμιζε ότι ο δρόμος ήταν το μονοπάτι ήταν στρωμένο ροδοπέταλα. Αντίθετα ήταν ένας δρόμος ανηφορικός όπως είναι όλα τα ωραία πράγματα στη ζωή αλλά η καθιέρωση στο παγκόσμιο στερέωμα δεν φαντάζει πια και τόσο άπιαστο όνειρο. Το ελληνικό κρασί όχι μόνο διηγείται ιστορίες αλλά πλέον δημιουργεί πρότυπα και εμπνέει. 

Υπάρχουν πολλοί εμφανείς αλλά και αφανείς συντελεστές σε αυτή την αναγέννηση. Κανείς όμως δεν δηλώνει τόσο εμφατικά παρών όσο ο θησαυρός των αυτόχθονων ελληνικών ποικιλιών. Οι 210 εγγεγραμμένες ποικιλίες στον ελληνικό εθνικό κατάλογο (άγνωστο πόσες ακόμη περιμένουν να ανακαλυφθούν) αποτελούν το απόλυτο υπερόπλο στην παγκόσμια οινική αρένα και ένα συγκριτικό πλεονέκτημα που κάνει τη διαφορά. Όταν άλλες χώρες προσπαθούν τώρα (και με μεγάλη καθυστέρηση) να ανοίξουν την συζήτηση με τις δικές του αυτόχθονες ποικιλίες, ο δικός μας αμπελώνας είναι ήδη φυτεμένος στο 90% με αυτές!

Aσύρτικο, Μοσχοφίλερο, Βιδιανό, Ρομπόλα, Μαλαγουζιά, Σαββατιανό, Κυδωνίτσα, Ροδίτης, Αγιωργίτικο, Ξινόμαυρο, Μούχταρο, Μαυροτράγανο, Μαυροδάφνη, Λημνιό, Λημνιώνα ...Εδώ το πρόβλημα δεν είναι να βρούμε κάτι να πούμε αλλά τι να πούμε και πως να τις διαχειριστούμε επικοινωνιακά τόσες πολλές που είναι.  

Τα πλεονεκτήματα των γηγενών ποικιλιών έχουν πολλάκις αναφερθεί και εξηγηθεί. Επιτρέψτε μου σήμερα να εστιάσω και να αναλύσω μόνο δύο από αυτά. Το πρώτο αναφέρεται στο πόσο ταιριαστές είναι οι ελληνικές ποικιλίες στην κλιματική αλλαγή που βιώνουμε. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που έχουν αρχίζει να είναι περιζήτητες και στο εξωτερικό, ιδιαίτερα σε σχετικά θερμά κλίματα. Το Ασύρτικο φύεται πλέον από την Αυστραλία έως τη Νότιο Αφρική και τις ΗΠΑ ενώ ενδιαφέρον υπάρχει και για άλλες ποικιλίες όπως το Αγιωργίτικο. Ο λόγος της επιτυχίας τους είναι σχετικά απλός καθώς ειδικά οι όψιμες ποικιλίες (αυτές που ωριμάζουν αργά μέσα στον Σεπτέμβριο) αντιδρούν πιο αργά στην αλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών όντας εγκλιματισμένες στον τόπο τους εδώ και αιώνες. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει ή αν συμβαίνει είναι σε πολύ λιγότερο βαθμό με τις διεθνείς ποικιλίες όπως το Sauvignon Blanc και το Syrah για παράδειγμα.

Το δεύτερο αφορά τα χαρακτηριστικά τους. Να υποθέσω ότι αρκετοί έχετε δει ή τουλάχιστον ακούσει για την ταινία Transporter όπου ο Jason Statham είναι ένας μισθοφόρος "transporter" που μεταφέρει ότι χρειάζεται, οπουδήποτε και χωρίς ερωτήσεις αν η τιμή είναι σωστή. Σε ένα παράλληλο σύμπαν οι ελληνικές ποικιλίες μπορούν να μεταφέρουν νοερά τον καταναλωτή στην περιοχή από την οποία κατάγονται. Και μάλιστα σε εξαιρετικές τιμές.

Αυτό λέγεται ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ να μην μπορούν δηλαδή να σε κοπιάρουν. Τι εννοώ; Μυρίζετε σε ένα Ξινόμαυρο ελιά, λιαστή τομάτα, θυμάρι και φράουλα και μεταφέρεστε αυτόματα στη Νάουσα. Πιο φρουτένιο χαρακτήρα και ραφιναρισμένη παλέτα και τσουπ στάση στο Αμύνταιο. Το Λιάτικο και το Βιδιανό με τον πλούτο τους και τη μεσογειακή ζεστασιά τους οριοθετούν τα χαρακτηριστικά του κρητικού αμπελώνα ενώ ο ήπια αρωματικός χαρακτήρας της Ρομπόλας με μία δόση από μάραθο σε ταξιδεύει στην Κεφαλονιά.

Οι ελληνικές ποικιλίες έχουν κάνει λοιπόν τη διαφορά και έχουν αλλάξει τον ρου του ελληνικού κρασιού από περιφερειακό και δύσκολο σε μοδάτο και σέξυ. 

Έχοντας πει τα παραπάνω υπάρχει χώρος για τις διεθνείς ποικιλίες στην Ελλάδα; Θα πρέπει να απορρίψουμε το Chardonnay, το Sauvignon Blanc, το Merlot, το Syrah και το Cabernet Sauvignon ή μήπως όχι; Νομίζω ότι βρήκα το άρθρο για την επόμενη φορά αλλά παρακαλώ γράψτε μου στα σχόλια την άποψή σας.

Καλή Κυριακή

Γιάννης

Enjoyed the read? Don't miss our next article!

* indicates required
Comments
Submitted on 01/25/2023 - 17:57 by Γιώργος Χ.
Καλησπέρα σας. Θα συμφωνήσω με τα λεγόμενά σας, σίγουρα το επόμενο βήμα που έχει ήδη ξεκινήσει για τις ελληνικές ποικιλίες είναι ο καθορισμός των κλώνων. Παράλληλα όμως ένα δεύτερο βήμα που χρειάζεται και περισσότερη δουλειά είναι η έρευνα πάνω σε συγκεκριμένες καλλιεργητικές πρακτικές ανά ποικιλία, μιας και οι διαφορές ανά ποικιλία αλλά ακόμα ακόμα και ανά γεωγραφική περιοχή ποικίλουν. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε εξαιρετικά κρασιά από blend ελληνικών και ξένων ποικιλιών και σίγουρα όταν βρίσκονται μόνα τους δίνουν εντελώς άλλα κρασιά (κατά συντριπτική πλειοψηφία) από ότι στις αντίστοιχες ΠΟΠ περιοχές τους. Το ότι τα merlot της Νότιας Ελλάδας θα επηρεαστούν ταχύτερα από την κλιματική αλλαγή σε σχέση με εκείνα του Bordeaux, είναι μια αλήθεια. Στην βάση αυτή πολλά θα αλλάξουν τόσο στο τι θα φτάνει στα ποτήρια μας, αλλά και πολλά θα πρέπει να αλλάξουν τόσο στην καλλιέργεια τους, όσο και στην οινοποίησή τους. Τέλος ορισμένοι ήδη επενδύουν σε αμπελώνες σε μεγαλύτερα υψόμετρα, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει μαζική λύση.
Submitted on 01/16/2023 - 22:07 by Jacques
Αξιότιμε κύριε Καρακάση. Όπως γνωρίζετε κατά τις προηγούμενες δεκαετίες η χρησιμοποίηση ξένων ποικιλιών σε blend με τις γηγενείς, ήταν ένας εφυής τρόπος των Ελλήνων οινοποιών ώστε να πείσουν τις αγορές ανά τον κόσμο ότι υπάρχει κρασί στην Ελλάδα και είναι καλό! Σήμερα επιτέλους, όταν κάποιος ακούει “Greek wine” θα σκεφτεί μόνο γηγενείς ποικιλίες, αρχικά Ασύρτικο αλλά μετά γνωρίζοντας και τις υπόλοιπες εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι δεν μοιάζουν με καμία άλλη στη γη. Επίσης το ότι τα σημαντικότερα ΠΟΠ Κρασια τις χώρας είναι μονοποικιλιακά όπου αν και τεχνικά είναι δυσκολότερη η παραγωγή τους, ίσως ενισχύει την αυθεντικότητα που αναφέρατε. Το επίτευγμα της αναγνωρισιμότητας οφείλεται εν πολλοίς στις γενναίες προσπάθειες και μεγάλες επενδύσεις των οινοποιών, στη γνώση των οινολόγων που εισήχθη από το εξωτερικό τις προηγούμενες δεκαετίες και τις διαρκείς κινήσεις εξωστρέφειας των οινοποιών, των δράσεων φορέων και συνδέσμων οίνου καθώς και ιδιωτικών πρωτοβουλιών. Δηλαδή ατόμων όπως εσείς και η επιτυχημένη εξωστρεφής πλατφόρμα των 50 του οποίου είστε και εμπνευστής. Στο σημείο αυτό διερωτώμαι, ποιες είναι οι ποικιλίες εκείνες που έχουν εγκλιματιστεί σε πιο ξηροθερμικό περιβάλλον, όπως αυτό που μας προδιαγράφει η κλιματική αλλαγή. Το Βιδιανό, το Ασύρτικο, το Σαββατιανό, το Αγιωργιτικο ή το S.B., το Merlot και το Riesling; Σε πολλές συζητήσεις παρομοιάζουμε το ελληνικό κρασί με ένα τρένο, ατμομηχανή του οποίου, επάξια, είναι η Σαντορίνη και ακολουθούν τα υπόλοιπα «βαγόνια». Απο εμπορική σκοπιά, στην Ελλάδα ο κλήρος είναι μικρός ανά παραγωγό οπότε δύσκολα θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε ως μοντέλο την οικονομία κλίμακος που επετεύχθη με αξιοθαύμαστο τρόπο στην βιομηχανία οίνου της Ισπανίας, άρα είναι μονόδρομος η διαφορετικότητα, η μοναδικότητα. Αν όμως έρθει η στιγμή, που είναι πολύ πιθανό, μιας τεράστιας ζήτησης από τις αγορές, πχ. 20.000.000 φιαλες για ένα ελληνικό ποιοτικό κρασί με Ονομασία Προέλευσης, ποια περιοχή μπορεί να το διαθέσει και από ποια ποικιλία; Μα φυσικά ο «πανδότης» του ελληνικού κρασιού, η κατέχουσα τη κρίσιμη μάζα και τις υποδομές για να ανταπεξέλθει, η Νεμέα. Κανείς δεν ξέρει τις 13 (επίσημες) ποικιλίες που επιτρέπεται να συμμετέχουν στο Chateauneuf du Pape, το όνομα του όμως όλοι το γνωρίζουν. Το μέλλον είναι ξεκάθαρα οι γηγενείς ποικιλίες κυρίως όμως μέσα από Ονομασίες Προσελεύσεως, έτσι θα υπάρχει η αυθεντικότητα που αναφέρατε και μόνο έτσι θα μπορέσει το ελληνικό κρασί να το υποστηρίξει και επικοινωνιακά. Γιατί οι μεγάλες ζώνες ΠΟΠ έχουν πανίσχυρους οινικούς ιστορικούς δεσμούς δεκάδων αιώνων που άλλες χώρες θα ζήλευαν. Να είστε καλά.
Submitted on 01/15/2023 - 18:15 by Sotiris Kyproulis
Όπως πάντα ένα πολύ όμορφο άρθρο. Ως αναφορά τις ξένες ποικιλίες, η γνώμη μου είναι πως δεν θα έπρεπε να λείψουν από τον ελληνικό αμπελώνα, ωστόσο είναι απαραίτητο να αναθεωρηθεί η χρήση τους. Παράδειγμα θα αναφέρω το στυλ του ελληνικού S. B., όπου παρόμοιο στυλ εκφράζουν χώρες του νέου κόσμου, έχοντας πολύ καλή σχέση ποιότητας-τιμής και παγκόσμια αναγνωρισημότητα. Ωστόσο μία καλή χρήση ξένης ποικιλίας μπορεί να αποτελεί το χαρμάνι με ελληνική όπως πχ η χρήση του C. S στον Μέγα οίνο.
Submitted on 01/15/2023 - 20:00 by Αποστολής Παιπατης
Καλησπέρα,θα συμφωνήσω μέχρι τέλειας στα γραφόμενα σας.Το μέλλον του ελληνικού κρασιού είναι λαμπρό,και αυτό οφείλουμε να το αντιληφθούμε όλοι,από οινοποιους,σομελιε και καταναλωτές..Θεωρώ ότι εκεί θα έπρεπε να εστιάσουμε τα επόμενα χρόνια,στην εξέλιξη των γηγενών ελληνικών ποικιλιών.Ποικιλιες όπως το ξινόμαυρο,το Ασύρτικο,η Ρομπόλα,το Μαύρο τραγανό ,Αγιωργιτικo, Μοσχοφίλερο έχουν ιδιαίτερα γευστικά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να τα προάγουμε και να τα προωθήσουμε,ώστε να καταξιωθουμε σταδιακά,ως μια σημαντική παγκόσμια δύναμη στον κόσμο.Επισης σαν την ρετσίνα,δεν υπάρχει άλλο είδος κρασιού στον κόσμο.Εχουμε κάτι μοναδικό στα χέρια μας και πρέπει να το εκμεταλλευτουμε..Δεν υπάρχει καλύτερος συνδυασμός για τους ελληνικούς μεζέδες,από μια καλοφτιαγμένη,ποιοτική ρετσίνα και χαίρομαι που σιγά σιγά υπάρχει προσπάθεια για να αποκατασταθεί η κακή της φημη,με μερικά εξαιρετικά προϊόντα.Ολα αυτά βέβαια απαιτούν κόπο, χρόνο και προσπάθεια,αλλά τα εχέγγυα υπάρχουν..Όρεξη και πολλή δουλειά χρειάζεται και κάποια στιγμή πιστεύω απεναντι στα περίφημα Bordeaux,θα στέκεται επάξια ένα Ξινόμαυρο Αμυνταιου και απέναντι στα και ένα Ασύρτικο Σαντορίνης απέναντι σε ,ένα Chablis grand cru.
Post your comment
CAPTCHA
This question is for testing whether or not you are a human visitor and to prevent automated spam submissions.