Το Μέλλον του Ελληνικού Κρασιού: μία κριτική ματιά
Του Γιαννη Καρακάση ΜW
Aρχική δημοσίευση στον Οινοχόο του Δεκεμβρίου 2024 - το άρθρο είναι εκτενέστερο
Η τελευταία εικοσαετία είναι το American dream για το ελληνικό κρασί. Από τις σκιές του παρελθόντος και τους σκελετούς στη ντουλάπα με κρασιά χαρακτήρα καύσιμης ύλης αρχίσαμε τις εξαγωγές στην αμερικανική ήπειρο. Tα κρασιά μας (και όχι μόνο η Σαντορίνη, ή το Αμύνταιο και η Νάουσα) μπήκαν σε αστεράτα εστιατόρια, το ελληνικό κρασί άρχισε σε κάθε περίπτωση να γίνεται πιο cool. Σε συνδυασμό και με το ‘’τουριστόμετρο’’ να χτυπάει κόκκινο κάθε χρόνο με πάνω από 30 εκατομμύρια διψασμένους τουρίστες λογικά θα έπρεπε να πλέουμε σε πελάγη ευτυχίας.
Όμως αυτό που φαίνεται είναι ότι οι ελληνικές εξαγωγές είναι περίπου στάσιμες αν λάβει κανείς υπόψη του τους πληθωριστικούς δείκτες ενώ οι εισαγωγές ξένων κρασιών δεν τρέχουν απλά, αλλά καλπάζουν. Η δε ελληνική αγορά έχει κατακλυστεί με ροζέ κρασί και οι διψασμένοι τουρίστες πίνουν φουλ του ασκού. Ελληνικό κρασί σε ποια κατεύθυνση κινείσαι;
Φυσικά ο αμπελώνας, η διάσωση των ποικιλιών, η κλωνική επιλογή και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι η νούμερο ένα προτεραιότητα για τα οποία έχω γράψει αρκετές φορές αναλυτικά στο παρελθόν. Σήμερα λοιπόν θα εστιάσω αλλού.
Ένα από τα κύρια ζητήματα που διακρίνω είναι η συνέχεια των νέων ταλαντούχων ανθρώπων στον χώρο του κρασιού. Τα τελευταία δέκα χρόνια βγήκαν μπροστά οινοποιοί όπως ο Χρήστος Ζαφειράκης (Κτήμα Ζαφειράκη), ο Παναγιώτης Παπαγιαννόπουλος (Tetramythos) και ο Νίκος Καρατζάς (Oenops), που ήδη έχουν αφήσει το έντονο αποτύπωμά τους. Ωστόσο, ποιοι είναι αυτοί που θα τους ακολουθήσουν; Ποιοι είναι οι νέοι τολμηροί οινοποιοί που θα τολμήσουν να καινοτομήσουν και να οδηγήσουν το ελληνικό κρασί σε νέα ύψη;
Υπάρχουν, βεβαίως, νέες ελπιδοφόρες προσπάθειες, όμως λίγες. Χρειαζόμαστε περισσότερες θαρρώ. Η Ηλιάνα Μαλίχιν προσπάθησε να αναδείξει κάτι διαφορετικό μέχρι οι καταστρεπτικές φωτιές του 2022 πληγώσουν ανεπανόρθωτα τα γέρικα αμπέλια στο Ρέθυμνο. Πιο πρόσφατα ο Λευτέρης Αναγνώστου με το Ekho project επιδιώκει να δώσει μία νέα πνοή σε ότι κινδυνεύει να ξεχαστεί και η Ευμορφία Κωστάκη έχει ένα όραμα να κάνει μεγάλο το μικρόρωγο Μοσχάτο. Το οινοποιείο Τρουπής με τον αξιόλογο οινολόγο Δημήτρη Ακρίβο έβαλε στο μικροσκόπιο το Μοσχοφίλερο και το ''τέντωσε'' φτάνοντας σε εκχυλίσιες 100 ημέρων ενώ πρόσφατα η Ελένη Κεχρή για την οποία μπορείτε να δείτε ξεχωριστό άρθρο παρουσίασε τη νέα της σειρά Ρετσίνας αποκωδικοποιώντας την προέλευση του ρετσινιού. Το στοίχημα όμως παραμένει μεγάλο και η διαδρομή δύσκολη.
Στις νέες αυτές προσπάθειες, ο δρόμος πρέπει να είναι χωρίς ''συντομεύσεις'', με οινοποιήσεις εκεί όπου παράγεται ο καρπός. Δεν μπορούν να ταξιδεύουν τα σταφύλια. Ταλαιπωρούνται. Αν και η νομοθεσία το επιτρέπει, το αποτέλεσμα δεν είναι το ίδιo και φυσιολογικά δημιουργούνται και ερωτήματα άλλου είδους.
Η αύξηση των ελληνικών οινοποιείων είναι κάτι που πραγματικά συμβαίνει ή μήπως όχι; Ψαχνοντας επίσημα νούμερα για τη νέα έκδοση του οδηγού Greek Wine Explained | 2025 το Υπουργείο δίνει επίσημα ότι είναι 1190 περίπου οινοποιητικές επιχειρήσεις. Αυτός ο αριθμός αναφέρεται σε επιχειρήσεις με νόμιμο αριθμό ΦΠΑ που δήλωσαν συγκομιδή το 2024 και είναι σημαντικά χαμηλότερος από τις εκτιμήσεις της ύπαρξης περισσότερων από 1.600 οινοποιείων. Παραμένει ασαφές πόσα από αυτά τα 'οινοποιεία' παράγουν εμφιαλωμένο κρασί αντί για κρασί χύμα για τοπικές ταβέρνες ή πόσα εξάγουν ή έστω πωλούν εκτός του τόπου παραγωγής του κρασιού τους. Επίσης, ο επίσημος αριθμός αναφέρεται σε οινοποιητικές εταιρείες και όχι σε οινοποιητικές εγκαταστάσεις. Λόγω των υπηρεσιών κοινής οινοποίησης με φιλοξενία, ο αριθμός των οινοποιητικών εγκαταστάσεων είναι σίγουρα χαμηλότερος, αν και παραμένει άγνωστος. Μία ακριβής αντίληψη της ελληνικής οινοβιομηχανίας θα ήταν επωφελής για το εμπόριο ώστε να καταλάβει τη δομή της και να βοηθήσει τους οινοποιούς να προσδιορίσουν τη θέση τους στο ελληνικό οινικό τοπίο.
Για να περάσουμε στην καυτή πατάτα της νομοθεσίας και της γραφειοκρατίας. Η κατάσταση για παράδειγμα στη Σαντορίνη, όπου χάνονται ιστορικές ποικιλίες επειδή δεν επιτρέπονται στο ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης), δείχνει πως πρέπει να επέλθει συνολική αναθεώρηση. Η νομοθεσία αυτή μπορεί στα χαρτιά να προστατεύει τις τοπικές ποικιλίες, αλλά ταυτόχρονα παγιδεύει τους παραγωγούς και τα προϊόντα, καθιστώντας τα όλα ομοιόμορφα. Πού είναι η Γαϊδουριά, το Κατσανό και το Ποταμίσι; Πού είναι οι υπόλοιπες σχεδόν 60 ποικιλίες που είχε καταγράψει ο Γιώργος Βενετσάνος; Δεν θα υπήρχαν διαφορετικές συνταγές αν επιτρεπόταν στο ΠΟΠ που αναφέρει μόνο τρεις; H ίδια κατάσταση και στη Ribera del Duero, αλλά και αλλού σε όλο τον κόσμο. Ποικιλίες θυσιάζονται για να επιβιώσει η ισχυρότερη, όμως έτσι χάνονται η καρδιά και ο χαρακτήρας της περιοχής
Τα θειώδη και οι εμπορικές ζύμες είναι ένα ακόμη θέμα ψηλά στην ατζέντα μου. Το πρώτο πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό. Είναι τοξικό και σε μεγάλες δόσεις προσδίδει αίσθηση καψίματος και καλύπτει όλη την αρωματική ομορφιά του κρασιού μυρίζοντας ως καμένο σπίρτο που καμιά φορά το μπερδεύουμε και το περιγράφουμε ως τσακμακόπετρα. Προφανώς υπάρχει ένα δίλημμα και το ακούω, αν θέλουμε ένα κρασί να εξελιχθεί στο χρόνο και να τερματίσει πρώτο σε ένα μαραθώνιο. Απλά για να το πετύχει αυτό, που δεν νομίζω ότι είναι αυτοσκοπός σε κανένα κρασί, κινδυνεύει να θυσιάσει όλο το φρούτο του και στο τέλος να μουμιοποιηθεί. Ειδικά σε ποικιλίες με χαμηλά pH η δόση με θειώδη που απαιτείται για να είναι στη σωστή κλίμακα το molecular SO2 είναι πολύ χαμηλή. Για το δεύτερο θα πρέπει να μας απασχολήσει όλους εκτός αν ο στόχος είναι η παραγωγή κρασιών τύπου entry level Pinot Grigio ή Albarinho.
Τι άλλο χρειαζόμαστε; Άτομα με βαθιές γνώσεις, πάθος και όραμα. Ανθρώπους που θα γνωρίζουν κάθε λεπτομέρεια, αλλά θα έχουν τον δημιουργικό ζήλο να πειραματιστούν και να αναδείξουν νέες δυνατότητες. Χρειαζόμαστε αμπελουργούς όσο ποτέ γιατί χωρίς το αμπέλι δεν θα υπάρχει κρασί και οινολόγους που θα βάλουν κάτω το κεφάλι και θα εργαστούν για να δημιουργήσουν, για να διατηρήσουν και να εξερευνήσουν. Δεν χρειαζόμαστε μόνο υπάκουους γευσιγνώστες που στριφογυρίζουν ένα ποτήρι στις εκθέσεις παρέα με ένα σημειωματάριο αλλά πραγματικά στελέχη εξαγωγών, αμπελουργίας και οινοποίησης.
Το μέλλον του ελληνικού κρασιού μπορεί να είναι λαμπρό, αλλά μόνο αν αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις με θάρρος και αποφασιστικότητα. Ο χρόνος για αλλαγή ήταν ... χθες, το βλέπουμε με την κλιματική απειλή. Αν υποστηρίξουμε την καινοτομία, τη βιωσιμότητα, τον σεβασμό προς τις παραδόσεις και την αγάπη για την ποιότητα και με την προϋπόθεση ότι θα υπάρχουν αμπέλια τότε δεν υπάρχει όριο στο πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει το ελληνικό κρασί.
Καλή Κυριακή
Γιάννης Καρακάσης