Εκτιμώντας τον Όψιμο
Μερικές φορές σε εκπλήσσει ο ίδιος σου ο εαυτός. Με την έννοια ότι υποστηρίζεις ένα συγκεκριμένο οινοποιητικό άγγιγμα με λιγότερο βαρέλι, περισσότερη κομψότητα, έμφαση στην καθαρότητα του φρούτου. Και μετά δοκιμάζεις τον Όψιμο Ντούγκου από τη χρονιά του 2008 που είναι στους αντίποδες και μασάς το καπέλο σου. Όπως ο Ρόμπαξ όταν χάνει από τον Σκρουτζ Μακ Ντακ.
Υπάρχει ασφαλώς εξήγηση. Αυτό που μετράει είναι η συνολική εικόνα του κρασιού. Απομονώνοντας το βαρέλι ή το αλκοόλ βλέπεις μόνο το δένδρο και χάνεις το δάσος. Στην τελική αυτό που μετράει είναι η γεύση. Η απόλαυση που μας έφερε κοντά στο κρασί.
Ο Όψιμος του Οινοποιείου Ντούγκου είναι χωρίς αμφιβολία ένα big wine. Όμως είναι δυναμίτης και όχι βόμβα. Δεν σκάει απότομα αλλά εξελίσσεται γευστικά φτάνοντας σε μία επίγευση που καρφώνεται για ώρα στους γευστικούς κάλυκες αλλά και στο μυαλό. Και ενώ έχει και αλκοόλ (15.7%), εκχύλιση δίχως αύριο (35 ημέρες) και πολύ βαρέλι (32 μήνες νέο) αυτά με τον χρόνο έρχονται μαζί, δένουν και κυλάνε στρωτά χωρίς παραφωνίες. Και μεταμορφώνουν τον Όψιμο από ένα awkward κρασί σε ένα μεγάλο κρασί που τα έχει όλα. Αρώματα, όγκο και παιχνίδι στο στόμα με τις τανίνες να τσιμπάνε τόσο όσο και να δίνουν βιμπράτο στο κρασί. Πίνεται και μόνο του υπό συνθήκες.
Καλύτερα όμως με κάτι που να συνδυάζει το αλμυρό και το γλυκό. Όχι σοκολάτα. Εγώ το ταίριαξα με χουρμάδες που γύρω γύρω είχαν παστουρμά. Και δεν βγήκα χαμένος.
Η ταυτότητα του Όψιμου: Χαρμάνι από Λημνιώνα, Syrah και Grenache που αφήνονται να υπερωριμάσουν. Ο τρύγος γίνεται όταν ξεκινήσει το σταφίδιασμά τους.
Χρονιές: Mόνο στις κορυφαίες χρονιές, ήτοι 2005-2008-2010-2013
Στυλ: Amarone με αδιαπέραστη μύτη. Μαύρα κεράσια, σοκολάτα, asian spices, καπνός. Στα καλύτερά του δέκα χρόνια μετά τον τρύγο.