Masters of Wine στην Ελλάδα: Ποια η γνώμη τους για το ελληνικό κρασί;
Σε ένα προηγούμενο άρθρο μου Οι Master of Wine στην Ελλάδα, οι πρώτες εντυπώσεις σε Αθήνα, Κρήτη και Σαντορίνη, κατέγραψα τις πρώτες μου εντυπώσεις μου από την επίσκεψη των Master of Wine στην Ελλάδα τον προηγούμενο Σεπτέμβριο. Είναι η δεύτερη φορά που το Ινστιτούτο των Masters of Wine επισκέπτεται την Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, γεγονός που έχει από μόνο του τη σημειολογία του. Το ελληνικό κρασί εισέρχεται σε μία νέα φάσης μεγαλύτερης αναγνώρισης και αποδοχής. Το ταξίδι οργάνωσε η Enterprise Greece σε συνεργασία με τον Κ. Λαζαράκη MW και τον γράφοντα. Πιστεύω ότι ήταν μία ακόμα ευκαιρία για σταθεροποιηθεί και να δυναμώσει το μήνυμα του ελληνικού κρασιού δίνοντας έμφαση στα κύριά του χαρακτηριστικά. Ποιότητα, ιδιαιτερότητα, αυτόχθονες ποικιλίες, μαζί με την τίμια τιμολόγησή του σε όλα τα επίπεδα.
Στο άρθρο που ακολουθεί, έχω καταγράψει ξεχωριστά τις γνώμες ορισμένων από τους συμμετέχοντες. Είναι σίγουρο ότι πολλά μπορούν να αντληθούν από αυτές. Εύχομαι το κείμενο να αξιοποιηθεί κατάλληλα από όλους τους παραγωγούς. Το αντίστοιχο κείμενο στα Αγγλικά μπορείτε να το διαβάσετε εδώ Masters of Wine in Greece, Part 2 An overview
1. Για το ποιοτικό επίπεδο των κρασιών από Ξινόμαυρο και Αγιωργίτικο
Richard Kershaw ΜW (Οινοποιός Richard Kershaw Wines): Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με το Αγιωργίτικο. Αισθάνθηκα ότι αυτό ήταν ένα σταφύλι που είχε δυνατότητες να αρέσει σε πολύ κόσμο. Όντας χαμηλότερο σε οξύτητα είναι συμπαθής ως ποικιλία, με μαλακή, βελούδινη υφή. Τείνει επίσης να συνδυάζεται καλά με τις διεθνείς ποικιλίες, ειδικά με το Syrah που το καθιστά εύπλαστο, πιο προσιτό κρασί κατανάλωσης. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις από μόνη του ή σε blend, φαίνεται να είχε περάσει από πολύ βαρέλι, που αποσπά την προσοχή από τον εγγενή χαρακτήρα του σταφυλιού. Επίσης, βρήκα αρκετά κρασιά πολύ ώριμα, με υψηλά επίπεδα αλκοόλης. Οι παραγωγοί θα πρέπει ίσως να εξετάσουν περισσότερο την οινοποίηση. Ακόμα, για μένα, έχω μια μικρή τάση προς τα μονοποικιλιακά Αγιωργίτικα, θυμάμαι το Emphasis από το Κτήμα Παυλίδη να είναι από τα αγαπημένα μου στην πρώτη γευσιγνωσία. Στο Ξινόμαυρο, νομίζω ότι όταν οι τανίνες είναι ραφιναρισμένες συνδράμουν σε ένα άριστο αποτέλεσμα.
Lenka Sedlackova MW (διευθύντρια πωλήσεων και Marketing, Fields, Morris & Verdin): η ποιότητα του Ξινόμαυρου φανερώθηκε πολύ καλά από τη γευσιγνωσία της Νάουσας αλλά και από την γευσιγνωσία της Ραψάνης. Νομίζω ότι τα κρασιά γίνονται όλο και καλύτερα και υπάρχουν διαφορετικά και ξεχωριστά στυλ διαθέσιμα, με την προτίμησή μου στα πιο σύγχρονα και απαλότερα στυλ που βγάζουν περισσότερο φρούτα και αρώματα. Θεωρώ ότι είναι το στυλ που είναι πιο πιθανό να προσελκύσει νέους καταναλωτές να ενδιαφερθούν για την ποικιλία. Με το Αγιωργίτικο, το μήνυμα της ποιότητας είναι πιο περίπλοκο. Χρησιμοποιείται ακόμα πάρα πολύ βαρέλι, μερικές φορές για να καλυφθεί η έλλειψη χαρακτήρα. Διαπίστωσα ότι στα καλύτερα στυλ είχε είτε εντελώς αφαιρεθεί (καθόλου καινούργιο βαρέλι και κομψές αλκοόλες) ή είχε αναμιχθεί με Syrah. Τα blends με το τελευταίο ήταν πιο επιτυχημένα από ότι με το Merlot ή το Cabernet Sauvignon, αφού είχαν πιο πικάντικο και ζωηρό χαρακτήρα.
Konstantin Baum MW (έμπορος και σύμβουλος κρασιού): υψηλό δυναμικό (ειδικά για το Ξινόμαυρο) αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον οινοποιό. Το Αγιωργίτικο ίσως έχει περισσότερες δυνατότητες για τη μαζική αγορά.
Liz Thach MW MW (Καθηγητής, Sonoma State University): απόλαυσα τα κρασιά από τις ποιοτικές περιοχές και παραγωγούς, αλλά βρήκα και πολλά να ψάχνουν ταυτότητα. Θα είναι δύσκολο για τον καθημερινό καταναλωτή να καταλάβει τι γεύση ακριβώς πρέπει να έχουν αυτά τα κρασιά. Για παράδειγμα, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του Αγιωργίτικου είναι οι μαλακές τανίνες, αλλά βρήκα την πλειοψηφία των κρασιών να έχουν πολύ σκληρές τανίνες και πάρα πολύ βαρέλι. Σε γενικές γραμμές, εντυπωσιάστηκα πιο πολύ με τα λευκά κρασιά.
Jane Boyce MW (JN Wine): πιο εντυπωσιασμένη με το Ξινόμαυρο και έχω την αίσθηση ότι είναι ίσως πιο σύμφωνο με το ύφος που ψάχνουν οι καταναλωτές στο κόκκινο κρασί. Η προφορά του στα Αγγλικά θα είναι ένα πρόβλημα για τους Αγγλόφωνους, αλλά οι καλά διαχειριζόμενες τανίνες και τα μέτρια επίπεδα αλκοόλης μαζί με τη συνετή χρήση του βαρελιού είναι συν.
Philip Harden MW (Henley Cellars): το Αγιωργίτικο μπορεί να χρειαστεί περισσότερη δουλειά για τη διαχείριση των τανινών, δεν είμαι σίγουρος ότι έχουμε δει ακόμα τι μπορεί να είναι ικανό να κάνει.
Igor Ryjenkov MW (Assistant Product Manager, European Wines, Vintages, LCBO): σχετικά με τα κόκκινα- μερικές μοναδικές και γηγενείς ποικιλίες ήταν ευχάριστες ανακαλύψεις, με περιορισμένο αριθμό κρασιών που δοκίμασα να είναι ελπιδοφόρα, π.χ. Μούχταρο, Βλάχικο και Μανδηλαριά Σαντορίνης- το τελευταίο σε πολύ μικρές ποσότητες, μου θυμίζει Ramisco της Colares με υψηλές τανίνες, υψηλή οξύτητα και χαμηλή αλκοόλη. Εκεί, η προϋπόθεση είναι να παλαιώσει για οκτώ χρόνια πριν από την κυκλοφορία του, και η Μανδηλαριά σίγουρα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πολύ χρόνο και εξημέρωση, αλλά οπωσδήποτε είναι μια συναρπαστική ποικιλία. Αυτά είναι φυσικά μια εξειδικευμένη προσέγγιση, το καρύκευμα για το κυρίως πιάτο του Αγιωργίτικου και του Ξινόμαυρου και υποθέτω ότι αυτές είναι οι κύριες ποικιλίες που θα θέλατε να πάρετε την πληροφόρηση σχετικά. Σε γενικές γραμμές, το επίπεδο και για τις δύο είναι αρκετά υψηλό, αλλά αισθάνομαι πιο ενθουσιασμένος για την εξέλιξη του Ξινόμαυρου παρά του Αγιωργίτικου. Πιστεύω ότι έχει σημειωθεί μεγαλύτερη πρόοδος με την πρώτη από την τελευταία, η οποία ήταν σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο, ακόμη και δέκα περίπου χρόνια πριν, όταν είχα έρθει, έτσι το περιθώριο βελτίωσης και ανακάλυψης ήταν ίσως πιο περιορισμένο για το Αγιωργίτικο, ή ίσως υπάρχουν περισσότεροι νέοι παίκτες που δουλεύουν με Ξινόμαυρο.
Ό,τι και αν είναι, για μένα υπήρχαν λιγότερες ανακαλύψεις με τα ίδια ονόματα που έρχονται ως οι καλύτερες πηγές της Νεμέας και του Αγιωργίτικου, π.χ. Παπαϊωάννου και υπήρχαν τουλάχιστον δύο τρεις νέοι παραγωγοί που δουλεύουν με το Ξινόμαυρο και τώρα μπορούν να δείξουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα όπως το κόκκινο φρούτο, το κράνο μαζί με ανθικό χαρακτήρα από τους πρόσφατους καλύτερους τρύγους. Νομίζω ότι και οι δύο ποικιλίες έχουν μια θέση, όπως το Sangiovese και το Nebbiolo, για διαφορετικούς ουρανίσκους και χρήσεις. Ακόμα, εξεπλάγην ευχάριστα από την αρωματική πολυπλοκότητα και τη φινέτσα που το Ξινόμαυρο είναι ικανό να δώσει, με εξαιρετική φροντίδα και προσοχή.
Simon Nash MW (Montgomery Nash Consultancy): Νομίζω το κλειδί είναι περισσότερο η οινοποίηση παρά οι ποικιλίες. Αυτό σημαίνει να παραχθούν κρασιά σε ένα πιο φρέσκο ύφος, χρήση βαρελιού όπως επιθυμείτε, αλλά μόνο υψηλής ποιότητας, το οποίο περισσότερο θα υποστηρίζει παρά θα εξουσιάζει.
John Downes MW: Προφανώς η ποιότητα ποικίλει από παραγωγό σε παραγωγό, αλλά σε γενικές γραμμές, ήταν η βαριά/περιττή χρήση βαρελιού καλύπτοντας το φρούτο σε ορισμένα κρασιά όπου απογοήτευσε. Μου άρεσαν όμως οι δύο ποικιλίες που θα μπορούσαν να δουλέψουν στη διεθνή αγορά με έξυπνο μάρκετινγκ, αν και αρχικά στο ανεξάρτητο λιανικό εμπόριο. Αυτό θα μπορούσε, φυσικά, να επιτρέψει την ύπαρξη σε κρασιά κορυφαίας ποιότητας με premium τιμή.
2. Σκέψεις για την τιμολόγηση του Ασύρτικου της Σαντορίνης
Richard Kershaw MW: Δεν έχω κανένα πρόβλημα να ξοδεύω αρκετά χρήματα για κάτι που είναι τόσο υψηλής ποιότητας και προσθέτει ένα αντίβαρο και μια διαφορετική προσέγγιση και στυλ στΙς ακριβές λευκές βουργουνδίες. Αξίζει να θυμόμαστε ότι σε μέρη όπως οι ΗΠΑ, υπάρχουν ορισμένοι πελάτες που δεν ξοδεύουν τίποτα λιγότερο από $100. Θυμάμαι ότι όταν μπήκαμε στις ΗΠΑ με την Kershaw στα περίπου $50, πήγε καλά, αλλά όταν κυκλοφόρησα το Deconstructed στα $100-125 άνοιξε το δρόμο για πολλούς πλούσιους πελάτες που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μεγάλα ποσά. Εκτός αυτού, για να κρατήσεις τη μηχανή να τρέχει, η τιμή μπορεί να είναι το μόνο επίπεδο που μένει.
Lenka Sedlackova MW: Λαμβάνοντας υπόψη του τι συμβαίνει στη Σαντορίνη και τις εξηγήσεις που έχουμε πάρει σχετικά με το κόστος της γης, τις καιρικές προκλήσεις και την έλλειψη ειδικευμένου εργατικού στον αμπελώνα, νομίζω ότι η υψηλή τιμολόγηση είναι δικαιολογημένη. Δεν έρχεται την κατάλληλη στιγμή, αφού το Ασύρτικο εξακολουθεί να είναι μια εξειδικευμένη ποικιλία, η οποία χτίζει την φήμη της σε όλο τον κόσμο. Είναι πλέον πιθανότερο ότι η πρώτη γνωριμία του Ασύρτικου από νέο καταναλωτή θα είναι από την ηπειρωτική Ελλάδα ή την Κρήτη, και όχι από τη Σαντορίνη.
Konstantin Baum MW: Φαίνεται να βασίζεται στο κόστος αγοράς των σταφυλιών και στην παραγωγή του κρασιού στο νησί, οπότε από αυτή την άποψη οι τιμές είναι δίκαιες. Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να πουληθεί ένα λευκό κρασί που δεν είναι τόσο γνωστό στις τιμές που τα περισσότερα οινοποιεία χρεώνουν σε ορισμένες εξαγωγικές αγορές.
Liz Thach MW: Δεν νομίζω ότι η τιμολόγηση είναι τόσο ψηλά -εφ' όσον εξηγούν τις συνθήκες καλλιέργειας. Η Σαντορίνη πρέπει να υιοθετήσει μια στρατηγική πολυτελών κρασιών, η οποία είναι πολύ διαφορετική από την τρέχουσα στρατηγική μάρκετινγκ που χρησιμοποιούν. Δεν υπάρχει τρόπος να είναι βιώσιμοι αν συνεχίσουν να κάνουν αυτό που κάνουν. Χρειάζονται μια εξαιρετική εκστρατεία επικοινωνίας σχετικά με το γιατί τα κρασιά τους είναι τόσο ακριβά, και τότε θα πετύχουν. Θα πρέπει επίσης να δώσουν έμφαση σε κρασιά που θα μπορούν να παλαιώσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η Γαία το κάνει αυτό, και νομίζω ότι έχει δίκιο.
Jane Boyce MW: το Ασύρτικο της Σαντορίνης, για μένα, είναι πρωτοπόρος της Ελλάδας από τόσες πολλές οπτικές γωνίες: το όνομα της Σαντορίνης και το νησί είναι φανταστικές διεθνείς μάρκες. Το Ασύρτικο θα εστιάζει στη βάση των καταναλωτών που απολαμβάνουν λευκά, ξηρά κρασιά χωρίς βαρέλι με υψηλή οξύτητα. Επίσης, υπάρχει τόσο καλή ιστορία πίσω από τα κρασιά- το ηφαιστειακό έδαφος, οι χαμηλές αποδόσεις, ο αγώνας με τη συνεχή πίεση του διεθνούς τουρισμού στις τιμές της γης. Τα κρασιά δεν είναι φθηνά, αλλά δεδομένου ότι δεν υπάρχει τίποτα που να συγκριθεί μαζί τους, πρέπει να πάνε έξω με την ιστορία και την premium τιμή τους και να κάνουν τους ανθρώπους να δοκιμάσουν και να καταλάβουν.
Philip Harden MW: Χαμηλές αποδόσεις, σφιχτή διανομή, υψηλές τιμές της γης και ένα μοναδικό και φανταστικό κρασί- οι τιμές τα αντικατοπτρίζουν όλα αυτά και είναι σήμερα λογικές στο Ηνωμένο Βασίλειο- Ωστόσο, εάν οι τιμές τους πιέσουν κι άλλο οι καταναλωτές θα στραφούν σε εναλλακτικές... Νομίζω ότι η τιμολόγηση της αγοράς είναι κοντά στο μέγιστο όριο που ο καταναλωτής θα αποδεχθεί.
Igor Ryjenkov MW: Σχετικά με την τιμολόγηση της Σαντορίνης- αναφέρθηκα στις μέρες "δημοκρατικής" τιμολόγησης πως είναι πιθανό τώρα να έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, καθώς τα 20 οινοποιεία που συναγωνίζονται για τους ίδια ή λιγότερα σταφύλια, όπως πριν από λίγα χρόνια - λόγω ξηρασίας, μειωμένης απόδοσης, κλπ, και στη συνέχεια κάνοντας αρκετά cuvees δεν ακούγεται σαν πορεία για την επίτευξη προσιτότητας και εμπορικών όγκων. Με τα παραπάνω, δεν είναι αδύνατο να πουληθεί υψηλής ποιότητας κρασί με μια εξαιρετική ιστορία σε τιμές πολυτελείας στην παγκόσμια αγορά, και τα λευκά της Σαντορίνης είναι αυτού του τύπου, αλλά, με κάποιους περιοριστικούς όρους- το νησί θα χάσει το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού καταναλωτή, ο οποίος δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει για το ίδιο κρασί - ίσως στην καλύτερη- δύο φορές ή τρεις φορές περισσότερο από ό, τι παλιά. Συνεπώς η ιστορία του κρασιού πρέπει να ειπωθεί στοχευμένα και στο σωστό κοινό δεδομένου ότι ένας νέος καταναλωτής θα πρέπει να βρεθεί που να είναι πρόθυμος να πληρώσει τις νέες τιμές. Το αυστριακό μοντέλο της στοχευμένης διανομής των κρασιών υψηλής ποιότητας από περιοχές- Kamptal, Kremstal κλπ., είναι ένα από τα πράγματα που αποδεικνύει ότι είναι δυνατόν να γίνει και ίσως αυτό που θα πρέπει να εφαρμοστεί.
Simon Nash MW: Δεν είναι υπερβολική, αλλά νομίζω ότι είναι σε ένα ανώτατο όριο, όπου στέκεται. Η τιμή είναι μικρότερο θέμα από την αξία - δηλαδή την ισορροπία ποιότητας/κόστους. Οι παραγωγοί πρέπει να συνεχίσουν να στοχεύουν στην καλύτερη ποιότητα. Κάνει κανείς ένα σούπερ Ασύρτικο; Πώς θα το 'σπρώξουν' στο επόμενο επίπεδο; Ή όπως το Sauvignon Blanc από τη Νέα Ζηλανδία μπορεί να πάει μόνο μέχρι ένα σημείο σε πραγματικούς όρους ποιότητας.
John Downes MW: Με ανοιχτά χαρτιά- είναι ένα από τα αγαπημένα μου λευκά κρασιά. Με πολλούς καταναλωτές να μην έχουν ακούσει καν για το Ασύρτικο της Σαντορίνης οι τιμές για τα κρασιά εισόδου ή μεσαίου επιπέδου μπορούν κάλλιστα να χτυπήσουν το ανώτατο όριο, αλλά νομίζω ότι υπάρχει μια αγορά για τον μικρό Premium όγκο Ασύρτικου Σαντορίνης (με υψηλότερη τιμή) μεταξύ των πεπειραμένων καταναλωτών.
3.Οι σκέψεις σας για τα 'φυσικά' κρασιά και τις νέες τάσεις στην ελληνική σκηνή;
Richard Kershaw MW: Νομίζω ότι αυτό είναι μια βασική κατηγορία σε οποιαδήποτε χώρα τώρα, και υπήρχαν μερικά εξαιρετικά παραδείγματα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας, ειδικά το εκπληκτικό Blend Ασύρτικο/Μαλαγουζιά από το οινοποιείο Ανατολικός. Ωστόσο, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή όταν κάποιος δίνει πάρα πολύ έμφαση στην κατηγορία. Δεδομένου ότι το φυσικό κρασί έχει αρχίσει να είναι μέρος της ομάδας, γίνονται καλύτερα κρασιά σε όλο τον κόσμο. Ως πρόεδρος του πάνελ για τα φυσικά κρασιά 5 αστέρων στην Ιταλία, η ποιότητα είναι αισθητά καλύτερη. Ωστόσο, δεν είναι όλοι οι αγοραστές μοδάτοι, και ακόμη και αυτοί, ψάχνουν για κάτι τυπικό από μια χώρα. Κατά κάποιο τρόπο, το φυσικό κρασί προσφέρει τις ιδιορρυθμίες της χώρας, αλλά δεν δίνει απαραιτήτως την κατανόηση της περιοχής της.
Lenka Sedlackova MW: Έχω ανακαλύψει πολλά φυσικά κρασιά που μου άρεσαν, το οποίο για μένα δεν είναι ο κανόνας. Εξεπλάγην ιδιαίτερα για την ποιότητα των κόκκινων, ενώ έχω την τάση να πιστεύω ότι τα λευκά αποδίδουν καλύτερα. Υπήρχε φωτεινότητα και ζωντάνια στα κρασιά και, το σημαντικότερο, χαμηλότερα επίπεδα αλκοόλης.
Konstantin Baum MW: Τα οινοποιεία που δοκιμάσαμε ήταν ένα μείγμα φυσικών και βιολογικών. Μερικά από τα πιο συναρπαστικά κρασιά που δοκίμασα ήταν από αυτή την κατηγορία.
Liz Thach MW: Είναι μια μικρή αγορά, και ορισμένοι παραγωγοί τα πάνε καλά. Αρκετοί μου είπαν ότι αυτά είναι τα πιο δημοφιλή κρασιά τους και ότι οι εισαγωγείς τα θέλουν. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διατηρήσουν την διανομή τους τους, αλλά να φροντίσουν να προστεθεί μια μικρή ποσότητα SO2 για την προστασία των κρασιών κατά τη μεταφορά.
Jane Boyce MW: Δεν είμαι οπαδός των φυσικών κρασιών, αλλά συνάντησα πράγματι μερικές αξιοθαύμαστες προσπάθειες και χειροκρότησα τους παραγωγούς που ελαχιστοποιούν τη χρήση του SO2, τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα, αλλά δεν κάνουν κανένα συμβιβασμό στη ποιότητα των κρασιών.
Philip Harden MW: Όπως και οπουδήποτε είναι μια αναδυόμενη τάση, έχει δυνατότητες, επειδή οι καταναλωτές βάζουν όλο και περισσότερο "ηθικές/βιώσιμες" λύσεις τους να δουλεύουν, και όσο η ποιότητα βελτιώνεται θα είναι ένας τομέας με μέλλον.
Simon Nash MW: Δεν είμαι ο μεγαλύτερος οπαδός των φυσικών κρασιών, σε γενικές γραμμές, δεδομένου ότι στερούνται συνέπειας, και είναι πάρα πολύ αυτο- αναφορικά, φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά όχι αρκετά για να βασιστεί κάποιος. Καλό να δούμε την προθυμία των παραγωγών να προωθήσουν τα φυσικά σταφύλια και την εμπιστοσύνη τους σε αυτά. Μιλούσα με ζωτικό αγοραστή από τη Βραζιλία χθες και αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που είπε, έτσι, είναι ενδιαφέρον, αυτό το μήνυμα έχει διαδοθεί τόσο πολύ!
John Downes MW: Ειλικρινά -δεν είμαι οπαδός των φυσικών κρασιών... Τούτου λεχθέντος, απόλαυσα μερικά στην Ελλάδα (Domaine Καρανίκα Cuvee de Reserve Magnum 2015 ένα έρχεται στο μυαλό μου). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει μια αγορά για τα Ελληνικά φυσικά κρασιά εντός της παγκόσμιας βάσης των οπαδών φυσικών κρασιών.
4. Τυφλή δοκιμή από 5 terroir στην Σαντορίνη (Πύργος, Μεγαλοχώρι, Ακρωτήρι, Βουρβούλος, Θηρασιά). Σχόλια.
Richard Kershaw MW: Διασκεδαστικό, αν και μερικές φορές, περίπλοκο! Το γεγονός ότι υπάρχουν διαφορές στο νησί της Σαντορίνης το καθιστά ενδιαφέρον. Αλλά σε ένα καθαρό επίπεδο μάρκετινγκ, αυτό είναι μια υποστηρικτική δευτερεύουσα ιστορία για όσους ενδιαφέρονται (Sommelier /geeks, κλπ) αλλά θέλει προσοχή μην το πιέσουν πάρα πολύ.
Lenka Sedlackova MW: Ήταν ενδιαφέρον, και οι διαφορές ήταν εκεί, αλλά νομίζω ότι είναι πολύ νωρίς για να τις εξετάσουμε. Η Σαντορίνη είναι τόσο μικρή και εξειδικευμένη όπως είναι και δεν είμαι σίγουρη ότι είμαστε εκεί ακόμα όταν πρόκειται για διαφορετικά χωριά. Έχει πάρει τη Γαλλία αιώνες, και ακόμη και χώρες όπως η Ισπανία εξακολουθούν να δυσκολεύονται με τις διαφορές της αμπελουργικής ζώνης σε συγκεκριμένες περιοχές, γι’ αυτό νομίζω ότι πρέπει να είμαστε υπομονετικοί εδώ.
Konstantin Baum MW: Καλή ιδέα και συμμετοχή γενικότερα. Ήταν λίγο περίπλοκο, όμως.
Liz Thach MW: Εξαιρετική, και θα είναι πιο χρήσιμο όταν η Σαντορίνη υιοθετήσει μια στρατηγική μάρκετινγκ κρασιών πολυτελείας και μπορεί να δαπανήσει περισσότερο χρόνο εξηγώντας στον καταναλωτή που απευθύνεται τη διαφορά μεταξύ αυτών των αμπελουργικών περιοχών, πως τα εν λόγω κρασιά παλαιώνουν και τι τα κάνει συλλεκτικά.
Jane Boyce MW: Συναρπαστική άσκηση, αλλά αισθάνομαι ότι συνέβαιναν ήδη αρκετά με το Ασύρτικο και τα διάφορα στυλ που παράγονται από τα διάφορα οινοποιεία.
Philip Harden MW: Ενδιαφέρουσα, αλλά αισθάνομαι ότι χρειάζεται να το ξανακάνω…
Igor Ryjenkov MW: Η γευσιγνωσία των 5 terroir ήταν εξαιρετική- ήταν μια πρόκληση να πετύχεις τα σωστά μέρη, είχε πολύ μεγάλη αξία γιατί είναι μία δοκιμή που μπορεί κανείς να κάνει μόνο στην πηγή, τουλάχιστον για τώρα. Ήταν μια πολύ καλή ιδέα, ευχαριστώ που το κάναμε.
Simon Nash MW: Ενδιαφέρουσα άσκηση και οι διαφορές φάνηκαν. Η γευσιγνωσία ήταν ένα παζλ συνθέσεων αλλά λειτούργησε (εγώ τουλάχιστον τα βρήκα). Η ιδέα διαφοροποίησης των terroir αξίζει σαν ένα υποστηρικτικό μήνυμα, για τους γνώστες του κρασιού που επιθυμούν να το ψάξουν. Έτσι θα πρέπει να συνεχίσει να εξελίσσεται, αφού συνεχίζει να παίρνει προσοχή, μπορεί να ανοίξει ένα ακόμα πεδίο στην ιστορία της Σαντορίνης. Σε αυτό το σημείο όμως είναι δεύτερης σημασίας στην ιστορία της Σαντορίνης. Υπάρχει ακόμα πολύ δουλειά που πρέπει να γίνει για τη βελτίωση και γενικότερα την προώθηση της συνολικής ιστορίας πιο μακριά σε παγκόσμιο επίπεδο.
John Downes MW: Καλή διασκεδαστική άσκηση για εμάς τους MW, αλλά σε αυτό το σημείο που είναι το Ασύρτικο της Σαντορίνης θεωρώ ότι πρέπει να περιμένει κάπως... καλύτερα να επικεντρωθεί στην αφήγηση του καταναλωτή: 1. Που βρίσκεται η Ελλάδα 2. Πού είναι η Σαντορίνη και 3. Τι είναι το Ασύρτικο. Τα χωριά ή terroir που θα μιλάνε στον κόσμο είναι ακόμα μακριά στο μέλλον. Με τα παραπάνω, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ετικέτα premium κρασιού στοχευμένη στον καταναλωτή με γνώσεις πάνω στο κρασί.
5. Ποια ήταν τα πιο συναρπαστικά στυλ που δοκιμάσατε;
Richard Kershaw MW: Αισθάνθηκα τα λευκά κρασιά να έχουν το πάνω χέρι. Μου άρεσαν περισσότερο τα στυλ της Μαλαγουζιάς, και σε κάποιο βαθμό, μερικά από τα χαρμάνια της. Απόλαυσα το Gewurztraminer από το κτήμα Αβαντίς όπως και τα Syrah blend (παρά το γεγονός ότι δεν είμαι μεγάλος οπαδός των διεθνών ποικιλιών). Το Ασύρτικο της Σαντορίνης είναι η επιλογή μου. Ωστόσο, υπήρχαν μερικά άριστα παραδείγματα στην ηπειρωτική χώρα, αν και η καλύτερη περίπτωση που μου έρχεται στο μυαλό ήταν το χαρμάνι 50:50 Ασύρτικο/Semillon από το Κτήμα Βιβλία Χώρα. Το Σαββατιανό ήταν αρκετά καλό (όχι όμως τα παραδείγματα με το βαρέλι), αλλά τα πιο συναρπαστικά ήταν πιο ασυνήθιστα παραδείγματα, όπως το Άωτον που είχε παρατείνει την επαφή με τις φλούδες. Μου άρεσε επίσης το ‘φυσικό’ 100% Φωκιανό από Αφιανές. Από την Κρήτη, μου άρεσαν αρκετά κρασιά από Βιδιανό. Εκτός από αυτά, το Μοσχοφίλερο από τη Σεμέλη ήταν αρκετά ενδιαφέρον και το Λιάτικο σε μερικές εκδοχές. Το Βλάχικο από το Κατώγι Αβέρωφ σε μεγάλο υψόμετρο ήταν επίσης εκπληκτικό!
Lenka Sedlackova MW: Λάτρεψα όλα τα κρασιά παγκόσμιας κλάσης της Σαντορίνης! Έμεινα έκπληκτη ευχάριστα από τα κρασιά της Θεσσαλίας, ιδίως από τη Ραψάνη. Και όλα τα Ξινόμαυρα.
Konstantin Baum MW: Ξινόμαυρο και Ασύρτικο
Liz Thach MW: Βιδιανό, Ασύρτικο από όλη την Ελλάδα (η Σαντορίνη είναι ένα ξεχωριστό στυλ από μόνη της, το οποίο είναι εξαιρετικό) και μερικές Μαλαγουζιές που διατήρησαν τη φρεσκάδα και τα ανθικά στοιχεία της.
Jane Boyce MW: Λιάτικο, Μοσχοφίλερο, Ροδίτης και Βιδιανό.
Philip Harden MW: Λιάτικο και το αφρώδες από Καρανίκα...
Igor Ryjenkov MW: Τα καλύτερα Ξινόμαυρα ήταν τα πιο ελκυστικά για μένα, πολλά λευκά ήταν μια ευχάριστη ανακάλυψη, Σαββατιανό, Μαλβαζία, Βιδιανό, Δαφνί, Ρωμέικο για να αναφέρω μερικά, όλα είχαν κάτι διαφορετικό και συναρπαστικό να προσφέρουν. Επίσης, ήταν εξαιρετική ευκαιρία να δοκιμάσουμε τόσα πολλά κρασιά από την Σαντορίνη, με το σύνολο να είναι σε υψηλό επίπεδο και αρκετά να παραδίνουν κορυφαία ποιότητα. Από το Θαλασσίτη της Γαίας αξίζει να αναφέρουμε ότι είχαμε πολλές διαφορετικές χρονιές, αλλά η αρχική γευσιγνωσία της πρώτης ημέρας απέδωσε αρκετά όμορφα παραδείγματα. Οι οινολάσπες και τα αποτελέσματα που δίνουν είναι κάτι που έχω ήδη σχολιάσει. Ελπίζω σε μια προσπάθεια να γίνουν κρασιά που αξίζει να παλαιωσουν, οι παραγωγοί δεν θα συμβιβαστούν πάρα πολύ στην πρόσθετη ελκυστικότητα, αλλά στον προοριζόμενο στόχο.
Simon Nash MW: Νομίζω ότι οι λευκές ποικιλίες ήταν αυτές που με εξέπληξαν περισσότερο. Τα κόκκινα ήταν κάπως επισκιασμένα (παρατηρήσεις σχετικά με την οινοποίηση όμως). Η Μαλαγουζιά, Σαββατιανό, Βιδιανό, Μοσχοφίλερο, Ροδίτης, Ρωμέικο, Μοσχάτο Σπίνας, κλπ, ήταν πολύ ελπιδοφόρα.
John Downes MW: Μιλώντας γενικά, τα λευκά ήταν αυτά που τράβηξαν την προσοχή μου, ειδικά το Σαββατιανό και το Βιδιανό. Η ποιότητα παλαίωσης του Σαββατιανού (που θυμίζει Semillion λαμβάνοντας κέρινες αποχρώσεις λεμονιού και δίνοντας την εντύπωση της παλαίωσης σε βαρέλι) ήταν εντυπωσιακή. Το γεγονός ότι τις δύο ποικιλίες είναι εύκολο να τις προφέρει κάποιος είναι ένα μπόνους.
6. Τα κρασιά της Κρήτης. Θα μπορούσαν να κάνουν μεγάλη επιτυχία στις διεθνείς αγορές;
Richard Kershaw MW: Ναι, νομίζω ότι έχουν μια συναρπαστική ιστορία, και είναι ένα τόσο μεγάλο νησί που μπορεί να προσφέρει μια ποικιλία από διαφορετικά συναρπαστικά στυλ κρασιού.
Lenka Sedlackova MW: Ναι, σίγουρα. Έχουν πλεονέκτημα στο ότι έχουν τόσες πολλές διαφορετικές και συναρπαστικές ποικιλίες, σε καλές ποσότητες διαθέσιμες και το σημαντικότερο, πολύ καλή αξία ποιότητας/ τιμής- ένα υψηλό σημείο εισόδου για νέους καταναλωτές στο ελληνικό κρασί.
Konstantin Baum MW: Καλή τιμή και καλή ποιότητα οπότε έτσι υπάρχει δυνατότητα. Δεν βρήκα τα κρασιά εξαιρετικά συναρπαστικά συνολικά, αλλά έχουν δίκιο.
Liz Thach MW: Ναι—μου άρεσαν πολύ τα κρασιά, το πάθος των παραγωγών, η ομορφιά του τόπου, και η ολοκληρωμένη καμπάνια Τουρισμού/Marketing. Η Κρήτη θα μπορούσε να είναι η επόμενη διάσημη οινοπεριοχή... αλλά θέλει προσοχή, γιατί πολλοί Αμερικανοί μπορεί να μην ξέρουν ότι είναι μέρος της Ελλάδας και να υποθέσουν ότι είναι μια ξεχωριστή χώρα.
Jane Boyce MW: Ναι, νομίζω ότι έχουν δυναμική, συνεκτικά με πολλά να προσφέρουν. Τόσοι πολλοί άνθρωποι επισκέπτονται την Κρήτη για διακοπές- θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα για να γίνει η σύνδεση με τα κρασιά στις εξαγωγές. Μερικά ισχυρά εμπορικά σήματα και δύο εύκολα αναγνωρίσιμες ποικιλίες όπως το Βιδιανό και το Λιάτικο θα ήταν ένα άριστο πρώτο σκαλοπάτι.
Philip Harden MW: Έχουν προοπτικές- αν και δεν είμαι αρκετά σίγουρος για το ποια θα ήταν η ποικιλία/ ναυαρχίδα τους.
Igor Ryjenkov MW: Τα περισσότερα από τα Κρητικά οινοποιεία δεν έχουν ακόμη πραγματικά εμπορικούς όγκους για να κάνουν τη διαφορά. Η ικανότητα και η ποιότητα είναι εκεί- βρήκα πιο ελκυστικά τα κρασιά που γίνονται από τοπικές ποικιλίες και τις ποικιλίες του Ροδανού από αυτές του Μπορντό, και απόλαυσα τα τοπικά λευκά τόσο πολύ, εάν όχι περισσότερο από τα κόκκινα. Ακόμα, η πρόκληση είναι να προσπαθήσεις να κάνεις τα βήματα στη διεθνή αγορά με τις διαθέσιμες ποσότητες.
Simon Nash MW: Ενδεχομένως. Ως νησί, έχει το πλεονέκτημα μιας σαφούς οριοθέτησης και ιστορίας. Χρειάζεστε μια έντονη ιστορία των «κρασιών της Κρήτης» η οποία χτίζεται με ένα απλό περίγραμμα κρίσιμων περιοχών, Ηράκλειο, Χανιά, κλπ, για την εδραίωση της γεωγραφίας. Και τέλος μια σαφή εστίαση στις ποικιλίες κλειδιά και το Βιδιανό ως βασική ποικιλία.
7. Κάποιο άλλο σχόλιο που θα θέλατε να κάνετε
Richard Kershaw MW: Το συμπέρασμα για μένα είναι ότι η Ελλάδα έχει μια εκτεταμένη ιστορία αλλά ακόμα προσπαθεί να ξαναχτίσει τον εαυτό της. Έχει πάρα πολλές συναρπαστικές ποικιλίες σταφυλιών (των οποίων η δυσκολία προφοράς των ονομάτων τους μπορεί να είναι πρόβλημα στη διεθνή αγορά), καθώς και εκπληκτικά στυλ. Περιοχές όπως η Σαντορίνη μπορούν να παράγουν μια εξαιρετική οπτική μάρκετινγκ: κρασιά που δεν είναι μόνο παγκόσμιας κλάσης αλλά μπορούν επίσης να απαιτήσουν τις υψηλότερες τιμές εστιάζοντας σε μία μόνο βασική ποικιλία. (Το σημαντικότερο, οι περισσότεροι πίνουν κρασί μακριά από τον τόπο παραγωγής). Οι περιοχές στην ηπειρωτική χώρα έχουν μερικές άριστες ποικιλίες να δουλέψουν αλλά εστιάζοντας σε δύο κόκκινες, και ίσως δύο λευκές να τους βοηθήσει στη σύνθεση μίας πιο στοχευμένης ιστορίας. Οι άλλες ποικιλίες προσθέτουν μια χρήσιμη οπτική γωνία, αλλά δεν πρέπει να δεσμεύσουν το προσκήνιο. Με την ανάπτυξη κρασιών με λιγότερο βαρέλι ή καθόλου βαρέλι, συγκεκριμένα στυλ ελληνικών κρασιών έχουν ευκαιρίες. Προσωπικά, δεδομένης της ποσότητας των σταφυλιών, οι διεθνείς ποικιλίες είναι χρήσιμες για το επίπεδο εισόδου, αλλά όχι περισσότερο.
Jane Boyce MW: Συναρπαστικές ευκαιρίες για την Ελλάδα, αλλά πρέπει να δείτε τα πράγματα πιο αργά και όχι να περιπλέξετε πολύ την ιστορία του Ελληνικού κρασιού. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, η γνώση του Ελληνικού κρασιού είναι σε χαμηλό επίπεδο και αυτό είναι ένα συν και ένα πλην. Για την καθιέρωση μιας θέσης στις αγορές του εξωτερικού, το ελληνικό κρασί πρέπει να υπερβεί τον ελληνικό χώρο εστιατορίων στο εμπόριο με την κατάρτιση των σομελιέ καθώς επίσης και των καταναλωτών και αυτό πρέπει να συμβεί παράλληλα με την καθιέρωση μερικών καλά χρηματοδοτούμενων εμπορικών σημάτων πρωταρχικά με την καλή σχέση ποιότητας/τιμής. Η επισήμανση και τα ονόματα στις ετικέτες πρέπει να είναι συνεπής, περιεκτική και στα λατινικά, όχι στο ελληνικό αλφάβητο.
Igor Ryjenkov MW:
-Χρήση των οινολασπών- φαίνεται να υπάρχει αρκετά εκτεταμένη χρήση και ιδιαίτερα στη Σαντορίνη με ποικίλα αποτελέσματα. Είναι κατανοητό ότι η ποικιλία είναι κάπως επιρρεπής στην οξείδωση, σύμφωνα με έναν παραγωγό. Όμως, η εκτεταμένη χρήση τους (των οινολασπών) δεν προσθέτει μόνο φρεσκάδα, αλλά ένα μόνιμα επικαλυπτικό άρωμα που είναι παρών ακόμη και με εκτεταμένη παλαίωση. Το ‘ευγενές’ κομμάτι στην εξίσωση των οινολασπών και το χρόνο της επαφής τους πρέπει να παρακολουθούνται στενά, αλλά είμαι βέβαιος ότι χρειάζεται απλώς αυξανόμενη επιτήρηση.
-ο ασπασμός των φυσικών κρασιών, τα λίγα θειώδη, η χαμηλή επέμβαση στην οινοποίηση - ήταν ενδιαφέροντα θέματα να δούμε και τα αποτελέσματα ποικίλουν - στον ουρανίσκο και το μυαλό μου, εκείνοι που κατάφεραν να ελαχιστοποιήσουν τις παρεμβάσεις χωρίς να διακυβεύεται η έκφραση της ποικιλίας ή της αμπελουργικής ζώνης πιθανώς κάνανε το καλύτερο, καθώς δεν εγκλωβίζονται στο κοινό των "φυσικών κρασιών", όπου το κρασί που δείχνει υπερβολικό διοξείδιο του άνθρακα, ή οξειδωτικό χαρακτήρα ή ασυνήθιστες υφές.
-για τις τιμές θα πρέπει να διευκρινίσω ότι μιλώ πιο μακροπρόθεσμα εκεί, εγώ ακόμα θα μπορούσα να αγοράσω ένα μπουκάλι καλή Σαντορίνη σε 20 + CAD τιμή, κάτι από Santo ή Μπουτάρη, αλλά αυτό είναι σήμερα, και μακροπρόθεσμα δεν βλέπω καν αυτές τις τιμές βιώσιμες, και αυτό είναι όπου η περαιτέρω πτώση θα συμβεί- σε ορισμένα ήδη συμβαίνει, όπως πολλοί προμηθευτές υποδεικνύουν.
Simon Nash MW: Συνολικά, υπάρχει πολύ ενδιαφέρον και διαφοροποίηση. Η ποιότητα και τα τεχνικό επίπεδο φαίνονται καλά γενικά, αν και υπάρχει μια έλλειψη τοπ κρασιών που θα προσελκύσουν παραπάνω προσοχή. Η ποικιλομορφία/πολυπλοκότητα είναι ένα πλεονέκτημα και μειονέκτημα την ίδια στιγμή. Αυτό σημαίνει ότι η πρόκληση είναι να επιτεύξεις να ξεχωρίσεις, μέσω σαφών μηνυμάτων. Το Ασύρτικο της Σαντορίνης δείχνει πώς αυτό μπορεί να αποδώσει, αλλά είναι παρόμοιο με την ανακάλυψη του Sauvignon Blanc από το Marlborough, δεν είναι άμεσα εφαρμόσιμο σε μια ευρύτερη βάση. Η πρόκληση για τα κρασιά της Ελλάδας είναι η ανάπτυξη μιας σαφούς, κυρίαρχης στρατηγικής και ιστορίας με πολλαπλά επίπεδα ούτως ώστε εκείνοι που ενδιαφέρονται να μάθουν ως εκεί που το ενδιαφέρον τους, τους πηγαίνει.
John Downes MW: Υπάρχει αρκετή ποιότητα, ενδιαφέρον και ιστορίες- στα κρασιά πολλών περιοχών της Ελλάδας για την υποστήριξη μιας αποτελεσματικής εκστρατείας μάρκετινγκ. Προτείνω η εκστρατεία να ξεκινήσει με την προϋπόθεση ότι ο καταναλωτής δεν γνωρίζει τίποτα για το ελληνικό κρασί. Ορισμένες ελληνικές ετικέτες σχεδιάζονται με την προϋπόθεση ότι ο καταναλωτής γνωρίζει για το ελληνικό κρασί- ενώ δεν γνωρίζει! Εάν μια ομάδα MW ήταν ικανή να μπερδευτεί, ο καταναλωτής δεν έχει καμία ελπίδα. Η απλότητα είναι το κλειδί.
Θα ήθελα επίσης να παραθέσω κάποια συμπεράσματα από τον Steve Charters MW, όπως καταγράφηκαν στην έκθεσή του με βάση τις περιφέρειες και τις ποικιλίες
Για το Σαββατιανό. Η δουλεία που γίνεται για το Σαββατιανό είναι ενδιαφέρουσα. Ποτέ δεν θα είναι μια μεγάλη ποικιλία, αλλά είναι δυνητικά χρήσιμη, και δοκιμάστηκαν μερικά συναρπαστικά παραδείγματα. Μπορεί επίσης να παλαιώσει καλά κατά μέσο όρο, παρόμοια με το Semillon της Hunter Valley, αλλά χωρίς την υψηλή οξύτητα και με περισσότερο αλκοόλ.
Για τη Μαλαγουζιά. Η Μαλαγουζιά είναι ικανή να κάνει όμορφα, απολαυστικά κρασιά.
Για το Ασύρτικο. Το Ασσύρτικο προσφέρει καλή οξύτητα – αλλά σπάνια κερδίζει την ακρίβεια που πετυχαίνει η Σαντορίνη. Μπορεί να είναι χρήσιμο για χαρμάνια, ωστόσο, προσθέτοντας δομή στις άλλες ποικιλίες.
Για το Ξινόμαυρο. Αρκετοί από εμάς ήταν ξεκάθαροι ότι το Ξινόμαυρο είναι η σημαντική κόκκινη ποικιλία της ηπειρωτικής χώρας και θα πρέπει να προωθηθεί πολύ περισσότερο. Ήμουν λίγο πιο διστακτικός. Φαίνεται ότι πολλοί παραγωγοί προσπαθούν να ανακαλύψουν πώς να διαχειριστούν την οξύτητα και τις τανίνες, και νομίζω ότι πρέπει να γίνει περισσότερη δουλειά σε αυτούς τους τομείς. Αλλά πράγματι, τα καλύτερα παράδειγματα ήταν πολύ ελκυστικά.
Για το Αγιωργίτικο. Το Αγιωργίτικο, από την άλλη πλευρά, είναι σε μεγάλο βαθμό ένα έργο σε εξέλιξη, και μερικοί από εμάς ένιωσαν ότι συχνά υποστηρίζεται πάρα πολύ από το βαρέλι για το στυλ του- το πραγματικό φρούτο της ποικιλίας χάνεται. Μπορεί επίσης να έχει υπερβολική εκχύλιση, με τανίνες χωρίς ισορροπία σε ένα κρασί μεσαίου σώματος. Τα καλύτερα παραδείγματα ήταν υπέροχα ωστόσο, με ακριβή δαμάσκηνο και βύσσινο.
Ανακαλύψεις. Μια από τις πιο συναρπαστικές ανακαλύψεις ήταν μια άγνωστη ή απρόσμενη ποικιλία να κάνει τα ενδιαφέροντα και συχνά πανέμορφα κρασιά. Ένα Gewurztraminer από την Εύβοια από όλα τα μέρη του κόσμου. Το Πρεκνάδι («το σταφύλι με τις φακίδες»- πολύ καλή ιστορία μάρκετινγκ εκεί) με χαρακτήρα πυρηνόκαρπων φρούτων. Το Μούχταρο από τη Θήβα, και τα υπέροχα αρώματα κεράσι και δαμάσκηνο του Βλάχικου, με εμφανή οξύτητα και ελαφρύ σώμα.
Για την Κρήτη. Η Κρήτη ήταν άλλη μια απροσδόκητη ανακάλυψη. Νομίζω ότι πολλοί από εμάς είχαμε ανυπομονησία για την Κρήτη, αλλά με περιορισμένες προσδοκίες για τα κρασιά. Αλλά σε όλο το σύνολο, τα κρασιά είχαν γίνει ξεκάθαρα, με πολύ ακριβή χαρακτήρα φρούτων. Μπορεί να μην ήταν εξαιρετικά, ήταν όμως συχνά ευχάριστα και απολαυστικά. Αλλά η άλλη πολύ εντυπωσιακή πτυχή του νησιού ήταν ο τρόπος με τον οποίο οργανώθηκε η οινική βιομηχανία. Αυτό ήταν το πιο εκπληκτικό από τα τρία μέρη του ταξιδιού.
Εδώ ήταν που τα κόκκινα κρασιά ήταν τα πιο εντυπωσιακά, και ιδιαίτερα εκείνα που έγιναν από Λιάτικο, τα οποία πολλοί από εμάς ερωτεύτηκαν. Για μένα, θύμιζε λίγο Cinsault (το οποίο δεν είναι κριτική, αφού ήδη φέτος έχουν εξαιρετικά παραδείγματα από κρασιά που προέρχονται από το Λίβανο και τη Νότια Αφρική). Μεσαίου σώματος, μέτριες τανίνες που γίνονται πιο έντονες στο τέλος. Μερικές φορές μια ιδέα (ευπρόσδεκτη) οξύτητας και νόστιμος κόκκινος χαρακτήρας φρούτων. Το Κοτσιφάλι, από την άλλη πλευρά - η άλλη κορυφαία αυτόχθονη ποικιλία, δεν φαίνεται να έχει την ίδια κλάση. Οι νότιες γαλλικές κόκκινες ποικιλίες έκαναν την δουλειά καλά εδώ, ειδικά το Grenache.
Το κύριο λευκό - πολλοί μας το πρότειναν σαν την κορυφαία ποικιλία του νησιού - είναι το Βιδιανό. Μερικά μαλακά πυρηνόκαρπα φρούτα χαρακτήρισαν τα καλύτερα παραδείγματα, και λίγο σώμα, αλλά στα συχνά κρασιά έλειπε η ακριβής κατεύθυνση. Το Ασύρτικο ήταν αρκετά διαδεδομένο, όπως και στην ηπειρωτική χώρα, είχε καλή οξύτητα, αλλά έλειπε το αγνό και σύνθετο φρούτο της ποικιλίας από τη Σαντορίνη. Για την τιμή των όπλων, η άποψή μου είναι ότι το καλύτερο μέλλον για ένα ξεχωριστό λευκό στο νησί θα μπορούσε να είναι ένα χαρμάνι -«Κλασσικό Κρητικό λευκό», με Βιδιανό ως κύριο αλλά μια καλή δόση του Ασύρτικο για τη δομή. Και μια λέξη για τα μοναδικά αρώματα της ποικιλίας Δαφνί.
Σχολιάζοντας την έννοια του κρητικού branding αυτό που ήταν προφανές μόλις φτάσαμε ήταν ότι οι παραγωγοί στην Κρήτη έχουν συλλογικά συγκροτημένη φιλοσοφία: φαίνονται συνεκτικοί, με σαφή στόχο, μια προθυμία να συνεργαστούν μεταξύ τους και μια καλά οριοθετημένη εικόνα και ταυτότητα. Μας είπαν μερικές φορές ότι ήταν το 2006 που αποφάσισαν ότι έπρεπε να συνεργαστούν εάν επρόκειτο να σύρουν το Κρητικό κρασί στο σύγχρονο κόσμο και να δημιουργήσουν συλλογικά ένα σχέδιο για να το κάνουν αυτό. Υπάρχουν διαδρομές κρασιού και ανάπτυξη του τουρισμού του κρασιού. Πρέπει να καθιερώσουν μερικά αναγνωρίσιμα στυλ κρασιού, αλλά φαίνονται ενήμεροι για αυτό και είναι πρόθυμοι να ψάξουν τις πιθανότητες. Είναι ενδιαφέρον ότι φάνηκε να έχουν αποδεχθεί ότι η επιτυχία του καθενός εξαρτάται από την επιτυχία όλων με τον υπαινιγμό ότι θα πρέπει να 'βυθίσουν' τις διαφορές τους στην επιδίωξη των κοινών στόχων. Καλή τύχη να έχουν- το αξίζουν.
Για τη Σαντορίνη Πολλοί από εμάς πιθανώς περίμεναν ότι αυτό θα ήταν το πραγματικό αποκορύφωμα του ταξιδιού, και δεν απογοητεύτηκαν. Τα κρασιά έδειξαν τη συνέπεια (και περισσότερο) της Κρήτης σε συνδυασμό με το γεγονός ότι εδώ και αρκετό καιρό οι παραγωγοί γνωρίζουν ποιο είναι το σύμβολο τους και γνωρίζουν πώς να παράγουν Ασύρτικο με χαρακτήρα. Είχαμε μια ιδιαίτερα δημιουργική συζήτηση σχετικά με τα κρασιά εδώ (και επίσης για τη δομή της αγοράς και την εικόνα των κρασιών), οπότε εδώ είναι μερικά βασικά σημεία της συζήτησης μας:
Ήταν σαφές σε μας ότι υπάρχουν εσωτερικά ζητήματα, ιδιαίτερα στην αλυσίδα αξίας- που εστιάζουν στην τιμολόγηση και την προσφορά σταφυλιών. Η τιμή του κιλού έχει αυξηθεί από €1 σε €5 τα τελευταία οκτώ χρόνια. Αυτό είναι απαραίτητο από μία πλευρά για να κρατήσει τους αμπελουργούς ενεργούς στην παραγωγή (και για να αποφύγει την πώληση της γης τους), αλλά πιέζει την τιμή του κρασιού επάνω εντυπωσιακά. Κατά κάποιο τρόπο, η σχέση καλλιεργητή/παραγωγού αντανακλά την ίδια σύνδεση κατά καιρούς που είχε στο παρελθόν η Καμπανία.
Οι παραγωγοί θέλουν επίσης να εξαργυρώσουν την αυξανόμενη φήμη των κρασιών. Αυτό, με το προηγούμενο επιχείρημα, πιέζει ορισμένες τιμές κρασιού πάνω από €30 το μπουκάλι, σε 50, 60, ακόμη και 80 + ευρώ. Μπορεί το ύφος κρασιού να το στηρίξει αυτό; Προσφέρουν τα κρασιά την πολυπλοκότητα για να αξίζει να τα πληρώνουν τόσο πολύ; Εδώ διαφωνήσαμε. Ορισμένοι, συμπεριλαμβανομένου και εμού, θεωρήσαμε ότι 20-30€ για ένα καλό Ασύρτικο Σαντορίνης ήταν καλή αξία, υψηλότερο από αυτό και το κόστος γινόταν λίγο πιο αμφισβητήσιμο. (Και θα πρέπει να προστεθεί ότι η ωρίμαση σε βαρέλι δεν είναι ένας καλός λόγος για την αύξηση της τιμής- ειδικά αν το βαρέλι χρησιμοποιείται πάρα πολύ). Άλλοι ήταν σαφείς ότι τα κρασιά αξίζουν οποιαδήποτε τιμή ζητηθεί γι’ αυτά- και μερικά θα ήταν σε καλή τιμή στα €100. Ίσως- αλλά αυτή είναι η άποψη ενός έμπειρου στο κρασί. Αναρωτιέμαι αν ο τυπικός καταναλωτής αυτών των κρασιών (ο οποίος πιθανώς να είναι ήδη πολύ αναμεμιγμένος με το κρασί) θα συμφωνούσαν, ειδικά αν μπορείς να πάρεις (ας πούμε) ένα καλό Premier ή Grand Cru Chablis κρασί με λιγότερα.
Πολλά από τα κρασιά που δοκιμάσαμε ήταν παλαιωμένα παραδείγματα. Σε μερικούς από εμάς αρέσουν πολύ, αλλά ορισμένοι δήλωσαν ότι, ενώ τα κρασιά δεν οξειδώνονται, δεν ήταν αρκετά ενδιαφέροντα για παλαιώσουν περισσότερο από ίσως 7-8 χρόνια, η ιδανική ηλικία φαίνεται να είναι περίπου 2-4 χρόνια, όταν τα κρασιά έχουν ηρεμήσει λίγο, αλλά διατηρούν νεανική τη ζωντάνια τους.
Εν τω μεταξύ, ενδέχεται να υπάρχουν προβλήματα στους αμπελώνες. Είδαμε έναν πολύ έμπειρο αμπελουργό τον Νικόλα Πελεκάνο (με μια συναρπαστική επίδειξη του κλαδέματος) που παραπονέθηκε ότι ελάχιστοι αμπελουργοί γνωρίζουν πως να κλαδεύουν σωστά. Καθώς οι τιμές των σταφυλιών αυξάνονται, η παραγωγή μειώνεται, και όλο και περισσότεροι παραγωγοί αναζητούν να αγοράσουν γη και σταφύλια, αναμένεται να υπάρξει περαιτέρω πίεση. Αυτό περιπλέκεται από το γεγονός ότι οι καλλιεργητές δεν είναι διατεθειμένοι να δεσμευτούν με μακροπρόθεσμα συμβόλαια με τους παραγωγούς, καθιστώντας τον προγραμματισμό της παραγωγής χαοτικό. Ένας ομιλητής μας εξήγησε (με ένα προσεκτικά παρουσιασμένο επιχείρημα) ότι τα κρασιά της Σαντορίνης είναι πιθανό να μην επιβιώσουν για παραπάνω από 20 περίπου έτη.
Τι μπορεί να κάνει το ελληνικό κρασί να εξελιχθεί; Έχουν ένα παγκοσμίου φήμης στυλ, μερικές καλές δυνατότητες στο παρασκήνιο και μια ενθουσιώδη και δυναμική ομάδα παραγωγών. Πώς μπορούν να το κεφαλαιοποιήσουν αυτό;
Έγινε μια συζήτηση σχετικά με τη χρήση διεθνών ποικιλιών για να τραβήξουν την προσοχή των ξένων αγορών και στη συνέχεια να τους κερδίσει δοκιμάζοντας κρασιά παραγόμενα από αυτόχθονες ποικιλίες. Δώστε στους ανθρώπους κάτι που μπορούν να κατανοήσουν πρώτα. Δεν είμαι τόσο σίγουρος. Ωστόσο, η ουσία είναι ότι σε πολλά μέρη της χώρας, το Syrah συγκεκριμένα φαίνεται να είναι μια βελούδινη ποικιλία, ιδιαίτερα στην Κρήτη.
Στο μάρκετινγκ, πρέπει να πουλήσουν την εμπειρία και μια (συλλογική) ιστορία. Οι Κρητικοί τα πάνε καλά σε αυτό όπως και οι παραγωγοί της Σαντορίνης. Ολόκληρη η χώρα πρέπει να μάθει από αυτούς. Ένας από εμάς είπε ότι ο τουρισμός, είναι ένα «καταπληκτικό δώρο»- όπως είναι και η ελληνική κουζίνα. Γιατί να μην γίνει μια προσπάθεια να μπουν ένα δυο άριστα κρασιά σε κάθε «ελληνικό» εστιατόριο σε βασικές στοχευμένες αγορές; Η Taina Vilkuna είπε, ανάμεσα πολλά χειροκροτήματα, ότι αυτός είναι ο "νέος παλιός κόσμος".
Η ετικέτα χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Εντάξει, τα ονόματα μπορεί να είναι μπερδεμένα, αλλά είναι χειρότερο όταν όλα έχουν διαφορετική ορθογραφία.
Υπάρχουν ακόμα πολλά εμπόδια να ξεπεράσουν σε παγκόσμιο επίπεδο με τη Ρετσίνα.
Πολλοί από εμάς ενέκριναν τον τρόπο που οι παραγωγοί ήθελαν να σπρώξουν τα όρια: νέες τεχνικές, αυτόχθονες ποικιλίες, δημιουργικά χαρμάνια.
Συμπεράσματα
Βρήκα πολύ σημαντικό ότι οι συνάδελφοί μου εκτιμούν ότι το ελληνικό κρασί παρουσιάζει καλές δυνατότητες και έχει αρκετούς παραγωγούς που είναι ενθουσιώδεις και ελπιδοφόροι. Ήταν ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι άγνωστες αυτόχθονες ποικιλίες κίνησαν την προσοχή τους, όπως το Πρεκνάδι, το Μούχταρο και το Βλάχικο γιατί αυτό σημαίνει ότι το να δίνεις μεγαλύτερη προσοχή στις αυτόχθονες ποικιλίες είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί. Τόνισαν ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι Κρητικοί παραγωγοί εργάζονται συλλογικά προς έναν κοινό στόχο, και αυτό αναμφισβήτητα είναι απαραίτητο. Επεσήμαναν επίσης ότι μια συλλογική ιστορία, σε συνδυασμό με τον τουρισμό και την ελληνική κουζίνα είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Όσον αφορά τα ιδιαίτερα σχόλια σχετικά με συγκεκριμένες ποικιλίες και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να βελτιωθεί το στυλ των κρασιών, σε αυτά θα επιστήσω την προσοχή των παραγωγών, έτσι ώστε μέχρι το επόμενο ταξίδι των Masters of Wine τα κρασιά να είναι πιο αυθεντικά, εστιασμένα και με διαφανείς εκφράσεις της ποικιλίας και του τερουάρ.
Καλή Κυριακή
Γιάννης