Οι διεθνείς ποικιλίες δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη
Στο άρθρο της προηγούμενης Κυριακής μιλήσαμε για το μέλλον των ελληνικών ποικιλιών με βάση την κλιματική αλλαγή. Ένα από τα πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα ήταν ότι οι ελληνικές ποικιλίες και ειδικά οι όψιμες (αυτές που ωριμάζουν αργά μέσα στον Σεπτέμβριο) αντιδρούν πιο αργά στην αλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών όντας εγκλιματισμένες στον τόπο τους εδώ και αιώνες. Που αφήνει όμως αυτό τις διεθνείς ποικιλίες, ένα θέμα στο οποίο αναφέρθηκα ξανά πριν 2 χρόνια στο Υπάρχει χώρος για τις διεθνείς ποικιλίες στην Ελλάδα; Θα πρέπει να απορρίψουμε το Chardonnay, το Sauvignon Blanc, το Merlot, το Syrah και το Cabernet Sauvignon ή μήπως όχι;
Η προσέγγιση προφανώς δεν μπορεί να είναι απόλυτη. Ποιοι είμαστε εμείς που θα τις διαγράψουμε με ένα φαρδύ πλατύ Χ; Οι συγκεκριμένες ποικιλίες έχουν δώσει τα διαπιστευτήριά τους στον κόσμο παράγοντας μερικά από τα πιο συγκλονιστικά κρασιά στον πλανήτη σε terroir ορόσημα για αυτές. Τι σημαίνει terroir; Είναι το μέρος που ταιριάζει σε κάθε ποικιλία. Ας το κρατήσουμε αυτό. Είναι το πρώτο σημαντικό σημείο. Αν έχουμε μία πρώιμη ποικιλία οφείλει να φυτευτεί κάπου που κάνει κρύο αλλιώς θα βγάλει μαρμελάδα ανανά ή μαρμελάδα κεράσι. Η τελευταία ως μαρμελάδα μου είναι αγαπημένη αλλά στο κρασί δεν θα πάρω. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω ότι οι ποικιλίες εκφράζουν την τυπικότητά τους σε οριακές συνθήκες. Το πιπέρι του Syrah, η φυτικότητα του Cabernet, του Sauvignon Blanc ή του Merlot θα χαθούν σε ζεστά terroir ή σε μεγάλους αλκοολικούς βαθμούς που σηματοδοτούν υπερωριμάσεις.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι το θέμα δεν είναι η ξενική ποικιλία και να της ρίξουμε το ανάθεμα αλλά h συζήτηση είναι γύρω από το στυλ του παραγόμενου κρασιού. Γιάννη σε παρακαλώ εξήγησέ μας. Θα το πω όσο πιο απλά μπορώ. Υπάρχει χώρος και δρόμος για τις ξενικές ποικιλίες στην Ελλάδα και αυτός προκύπτει μέσα από πιο φρέσκα, μοντέρνα, σύγχρονα στυλ κρασιού.
Λιγότερο κρεμμώδη, λιγότερο ξηροκαρπάτα, λιγότερο αλκοολικά (στοχεύοντας σε ένα αλκοόλ 13.5%) με whole bunches σε αρκετά κόκκινα, απαλές εκχυλίσεις δίνοντας ένα πιο terroir, πιο ελληνικό χαρακτήρα και όχι ένα διεθνές (international).
Για να γίνουν αυτά χρειάζονται τέσεερα στοιχεία. Προσαρμοσμένη κατάλληλα αμπελουργία, αναζήτηση νέων terroir πιθανώς σε μεγαλύτερα υψόμετρα και πειραματισμός με νέες ποικιλίες. Χρειάζεται επίσης πίστη στην ποικιλία. Γράφει ο Wοjciech Bonkowski στο σαιτ του 50 Great Greek Wines, ''Τα Chardonnay, Merlot και Cabernet Sauvignon φυτεύονται στην Ελλάδα με τόσο ενθουσιασμό όσο παντού, αλλά δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν ιδανικά προσαρμοσμένα σε πολλά ελληνικά terroirs. Μεμονωμένα πειράματα με Petit Verdot ή Tempranillo δεν έχουν λάμψει (ακόμα;). Η Ελλάδα φαίνεται γενικά να μην ενδιαφέρεται για μεσογειακές ποικιλίες από μέρη όπως η Νότια Ιταλία ή η Ισπανία, αν και θα ήταν πολύ πιο λογικό να φυτευτεί Negroamaro ή Fiano στην Πελοπόννησο σε αντίθεση με το Merlot ή το Sauvignon Blanc.''
Ας δούμε λίγο το Grenache που φύεται σε μεγάλο βαθμό στη χώρα μας . Στην πατρίδα του την Ισπανία μας ξανα-συστήνεται φορώντας πιο απαλά και μεταξένια ρούχα δίνοντας κρασιά απίστευτης απόλαυσης και φινέτσας σε περιοχές όπως η Sierra de Gredos ή η Calatayud . Στυλ εκσυγχρονίζονται για να προσελκύσουν νέους καταναλωτές. Πάει πια το στυλ του heavy, alcoholic, 100 pts Chateauneuf-du-Pape (αν λέγεσαι Rayas ή Henri Bonneau είναι αλλιώς).
Η καταιγίδα των αυτόχθονων ποικιλιών καλά κρατεί και έτσι πρέπει γιατί είναι η κληρονομιά μας, το καμάρι μας και το σημείο διαφοροποίησης με άλλες χώρες. Όμως πάντα θα υπάρχει χώρος για σύγχρονα Syrah, Grenache, Nebbiolo και Mourvedre ανάμεσα σε άλλες ποικιλίες που ταιριάζουν στο κλίμα μας. Και αν αυτό έχει καθυστερήσει συγκριτικά με άλλες χώρες έχω την αίσθηση ότι θα δούμε ακόμη πιο ενδιαφέροντα κρασιά από τις διεθνείς ποικιλίες την επομένη πενταετία. Οι διεθνείς ποικιλίες δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη.
Καλή Κυριακή
Γιάννης